- αντεκτιθημι
- ἀντεκτίθημιἀντ-εκτίθημιпредлагать в противовес (кому-л.), объявлять со своей стороны
(τι Plut.; τί τινι Sext.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(τι Plut.; τί τινι Sext.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
αντεκτίθημι — ἀντεκτίθημι (Α) 1. εκθέτω, παρουσιάζω κάτι αντί για κάτι άλλο 2. δημοσιεύω κάτι για να αντικαταστήσει κάτι άλλο … Dictionary of Greek
ἀντεξετίθει — ἀντεκτίθημι set forth imperf ind act 3rd sg ἀντεκτίθημι set forth imperf ind act 3rd sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντεκτιθείς — ἀντεκτίθημι set forth pres part act masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντεκτίθησι — ἀντεκτίθημι set forth pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντεξέθηκεν — ἀντεκτίθημι set forth aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)